Παρασκευή 2 Δεκεμβρίου 2016

«Ραβασάκια» για όσους δεν σφράγισαν τα καζάνια

Με ένα κάθε άλλο παρά αδιάφορο «ραβασάκι» της τάξης των 500 ευρώ, συνοδεύεται η άδεια απόσταξης για τους αποσταγματοποιούς, που δε φρόντισαν να σφραγίσουν τα καζάνια τους, με το τέλος της προηγούμενης αποσταγματικής περιόδου.
Η νομοθεσία είναι σαφής, αλλά σκληρή και το πρόστιμο που προβλέπει είναι «τσουχτερό», με τις αντιδράσεις που έχουν προκληθεί να είναι ήδη έντονες, ενώ...
σύμφωνα με πληροφορίες έχουν συνταχθεί και αποσταλεί και σχετικές επιστολές διαμαρτυρίας από φορείς της αυτοδιοίκησης, που γίνονται και αυτοί «κοινωνοί» του προβλήματος από τους ίδιους τους αποσταγματοποιούς.

Τα περιθώρια να μην ισχύσει το πρόστιμο όπως εξήγησε ο πρόεδρος της 7Ης Ένωσης Τελωνειακών Υπαλλήλων Πέτρος Λυκίδης είναι ανύπαρκτα, αφού η νομοθεσία είναι σαφής και θα πρέπει να εφαρμοστεί.
Απηύθυνε έτσι έκκληση προς τους αποσταγματοποιούς, τουλάχιστον με τη λήξη της φετινής περιόδου απόσταξης να μη λησμονήσουν ή να μην αμελήσουν να σφραγίσουν τα καζάνια τους, ώστε του χρόνου να μη βρεθούν αντιμέτωποι με ένα ακόμη πρόστιμο.
«Φαίνεται, ότι ήταν αρκετοί αυτοί που το αμέλησαν και κλήθηκαν να πληρώσουν 500 ευρώ για να πάρουν άδεια τη φετινή χρονιά. Από την άλλη πάντως, προφανώς έχουν ενημερωθεί πολλοί και ήδη για εφέτος έχουμε σφραγίσει 500 καζάνια, κάτι που δείχνει, ότι μπαίνει τάξη στο ζήτημα», τόνισε ο κ. Λυκίδης.
Συναφές με το παραπάνω ως προς τη διαδικασία είναι και το ότι οι ενδιαφερόμενοι να πάρουν μία άδεια απόσταξης θα πρέπει να υποβάλουν και σχετική δήλωση για την παραγωγή τους στη Διεύθυνση Αγροτικής Ανάπτυξης από όπου θα πάρουν και τη σχετική βεβαίωση.

Οργιάζει το λαθρεμπόριο
Το μεγαλύτερο πρόβλημα πάντως στην παραγωγή και διάθεση τσίπουρου ανά την επικράτεια δεν είναι το σφράγισμα των καζανιών, αλλά οι τεράστιες αδήλωτες ποσότητες που παράγονται σε αποσταγματοποιεία, που λειτουργούν χωρίς τις νόμιμες άδειες.
Τις τελευταίες εβδομάδες σε μικτές επιχειρήσεις αστυνομικών και τελωνειακών αρχών τόσο στην περιοχή των Ιωαννίνων, όσο και στην επικράτεια, κατασχέθηκαν δεκάδες τόνοι τσίπουρου και στέμφυλων που επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν για απόσταξη.
«Το θέμα μας είναι, ότι όλη η Ελλάδα πίνει τσίπουρο και όλη η Ελλάδα παράγει. Ο ΟΟΣΑ έχει υπολογίσει ότι το ύψος του λαθρεμπορίου τσίπουρου στην Ελλάδα φτάνει τα 100 εκ. ευρώ σε ετήσια βάση, όταν το ΕΚΑΣ ψαλιδίζεται για 6 εκ. ευρώ.
Δυστυχώς, παρότι το πρόβλημα είναι γνωστό σε όλους και παρότι έχουμε υποβάλλει ως κλάδος συγκεκριμένες προτάσεις για την αντιμετώπιση του, κανείς δεν ενδιαφέρεται.
Οι υπηρεσίες είναι υποστελεχωμένες και είναι αδύνατο να γίνουν έλεγχοι σε κάθε χωριό, για να βρεθεί ένα παράνομο αποσταγματοποιείο.
Το λαθρεμπόριο μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνο στη διακίνηση και την τελική πώληση», ανέφερε ο κ. Λυκίδης.